Σκοντάφτουν οι λέξεις στο στόμα,
τι άλλο να φοβηθείς να πεις;
Με απορία σε κοιτάνε που γελάς,
που όρθιος είσαι ακόμα,
ενώ σε είχαν για πτώμα.
Σε κάποιον αγώνα ζωής
χωρίς να ξέρεις πως,
πολεμάς και νικάς.
Τα δάκρια είναι
που φέρανε τα δώρα.
Κάποια απ΄ αυτές τις χρωματιστές κλωστές που παίζω,
θα γίνει φίδι,
θ' ανέβει ως το λαιμό και θα τυλιχτεί γύρω του σφιχτά.
Την αναπνοή μου για να εκτιμήσω;
Πολύ φίλος (όπως λέει κι ένας φίλος) αυτός ο Μάϊος.
Τον θυμάμαι από παλιά, αυτόν τον μήνα.
Έχει ένα κουτάκι με εκπλήξεις
και τις πετάει γύρω τριγύρω καθημερινά.
Δε νομίζω φέτος να τον αφήσω να τελειώσει.
Aυτό το 0uf λέω να το κάνω ft0u (μη μας ματιάσουν).
Χωρίς καμμιά προσπάθεια και μέσα σε τέτοιους καιρούς
να ζεις οι ωραίες στιγμές είναι πολυτέλεια.
Πόσο μάλιστα οι μέρες να κυλάνε ευχάριστα!
Αν φορέσω τα παπούτσια σου,
θα με πάνε μακριά προς τη άγρια δύση;
Ή σε νύχτα παραμυθένια της ανατολής;
Αν φορέσω τα ρούχα σου πως θα νοιώσω;
Θα ζεσταθώ απ' το δικό σου κορμί;
Ή θα με εξαφανίσουν
καθώς θα πέφτουν σε κάποιο χαλί;
Θέλω να με δείχνουν ωραία, ποθητή.
Θα κρύψουν τις άσχημες πληγές
από κάτω, κανείς να μη τις δει;
Αν θα μείνουμε μόνοι
στο ταξίδι μας στον κόσμο
θα μου κρατάς το χέρι;
θα μου δείχνεις το δρόμο;
Δεν θέλω πάλι να χαθώ.
Ανέβηκε δυό στάσεις μετά από εκείνη, στο τραίνο.
"Που πάτε;" την ρώτησε.
"Εκεί" του απάντησε.
"Ω! είναι πολύ ωραία εκεί, αλλά προσπαθήστε
όσο μπορείτε να αποφεύγετε τους καημένους..."
Ενθουσιάστηκε με την ταξιδιωτική του οδηγία
κι αμέσως του ζήτησε να γίνει ο συνοδός της.